Η επαγγελματική ιδιότητα του Ειδικού Παιδαγωγού τείνει να συγχέεται από γονείς και ειδικούς του χώρου με τα άτομα που ασκούν λογοθεραπεία ή εργοθεραπεία. Η ειδική αγωγή, ως συνολική θεώρηση, ασφαλώς και απαρτίζεται από λογοθεραπευτές, εργοθεραπευτές ακόμη και φυσιοθεραπευτές, μουσικοπαιδαγωγούς και άλλες ειδικότητες. η επιστημονική κατάρτιση του Ειδικού Παιδαγωγού έχει παιδαγωγική βάση (επάρκεια) και είναι επικεντρωμένη σε ποικίλους τομείς των ειδικών αναγκών. Μαθησιακές δυσκολίες Ειδικού τύπου μαθησιακές δυσκολίες (ΔΕΠ-Υ, δυσλεξία, δυσγραφία κ.ά. Νοητική υστέρηση Προβλήματα ακοής Προβλήματα όρασης Αναπτυξιακές διαταραχές Γενετικά Σύνδρομα Κινητικές Αναπηρίες Σοβαρές, πολλαπλές αναπηρίες Ο Ειδικός Παιδαγωγός είναι ο «διαμεσολαβητής» ανάμεσα στο παιδί και τη μάθηση του, ανάμεσα στους γονείς και τις προσδοκίες τους απέναντι στο σχολικό σύστημα και τους φορείς αυτού, ανάμεσα στο παιδί και την ίδια του την οικογένεια. Ο ρόλος του είναι παιδαγωγικός, συμβουλευτικός και υποστηρικτικός. Συνήθως πριν κληθεί ο Ειδικός Παιδαγωγός προηγείται η διάγνωση του παιδιού από Δημόσιο Διαγνωστικό Φορέα (ΚΕΔΔΥ, Ιατροπαιδαγωγικό Κέντρο). Ο Ειδικός Παιδαγωγός λαμβάνει υπόψιν όλα τα στοιχεία της διάγνωσης, ποιες ειδικότητες αξιολόγησαν το παιδί και χρησιμοποιεί και ο ίδιος διάφορα μέσα έτσι ώστε να αξιολογήσει το προφίλ του παιδιού. Έπειτα, σχεδιάζει το εξατομικευμένο πρόγραμμα, θέτοντας γενικούς και ειδικούς στόχους που πρέπει να υλοποιήσει σε συνεργασία με το παιδί. Ανάλογα με τις ειδικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει το παιδί, οι στόχοι μπορει να αφορούν στην ανάγνωση, στη γραφή ή σε ένα συνδυασμό και των δύο. Επίσης, οι στόχοι μπορεί να επικεντρώνονται σε άλλους τομείς, όπως τα μαθηματικά, η απομνημόνευση, η βελτίωση της συγκέντρωσης της προσοχής, η λεκτική ή μη-λεκτική επικοινωνία (εναλλακτικοί τρόποι προσέγγισης), η αυτο-εξυπηρέτηση. Επίσης, δίνεται μεγάλη έμφαση στις κοινωνικές συνδιαλλαγές του παιδιού με το οικείο περιβάλλον του (οικογένεια, σχολείο) και σε δεύτερο στάδιο και με το ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο. Ξεκινά η εξατομικευμένη παρέμβαση προς το παιδί, δηλαδή η εφαρμογή των στόχων που έχουν τεθεί. Η παρέμβαση αυτή μπορεί να γίνει είτε σε ιδιωτικό χώρο (κατ’ οίκον διδασκαλία, ιδιωτικό κέντρο) ή σε δημόσια χώρο (Ειδικό σχολείο, Τμήμα Ένταξης, Παράλληλη Στήριξη). Ανεξάρτητα με το πλαίσιο στο οποίο εξελίσσεται η παρέμβαση, οι βασικοί άξονες στους οποίους θα κινηθεί ο/η Ειδικός Παιδαγωγός είναι περίπου παρόμοιοι. . Γενικά, προτεραιότητα του Ειδικού Παιδαγωγού είναι να βελτιώσει οποιαδήποτε δεξιότητα θα αυξήσει την ποιότητα της καθημερινής διαβίωσης του ατόμου. Ο/Η Ειδικός Παιδαγωγός σε αρκετές περιπτώσεις, δεν ακολουθεί το ρυθμό και τις απαιτήσεις του Αναλυτικού Προγράμματος-όπως ισχύει στη γενική τάξη για όλους τους μαθητές, αλλά υιοθετεί μερικά στοιχεία από αυτό οποτεδήποτε κριθούν απαραίτητα. Το εξατομικευμένο πρόγραμμα που σχεδιάζεται π.χ. μέσα σε ένα Τμήμα Ένταξης, σίγουρα θα λάβει υπόψιν τις απαιτήσεις του Αναλυτικού Προγράμματος για την τάξη που βρίσκεται το παιδί αλλά δε θα προσπαθήσει να κάνει το παιδί να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις αυτές. Ιδιαίτερα, όταν οι δυνατότητες του ίδιου του παιδιού και οι ανάγκες του απέχουν κατά πολύ από αυτές τις απαιτήσεις. Σε όποια ηλικία και αν βρίσκεται ένα παιδί με ειδικές ανάγκες χρειάζεται σίγουρα την εκπαιδευτική στήριξη του Ειδικού Παιδαγωγού. Οι ηλικίες που συνήθως παρεμβαίνει ο Ειδικός Παιδαγωγός είναι μόλις το παιδί αρχίσει το Δημοτικό. Ίσως, αυτό συμβαίνει γιατί τότε εκδηλώνονται εντονότερα οι δυσκολίες που έχει το παιδί και οι οποίες, σε κάποιες περιπτώσεις, δεν του επιτρέπουν να ανταποκριθεί σε όσα «απαιτούνται» από το σχολείο. Έτσι, η ενδεχόμενη αργοπορία μίας παρέμβασης, πολλές φορές σημαίνει ότι έχει χαθεί σημαντικός χρόνος για την κατάκτηση πολλών δεξιοτήτων από πλευράς του παιδιού. Η καταλληλότερη ηλικία που μπορεί να ξεκινήσει η παρέμβαση με ένα παιδί με ειδικές ανάγκες είναι γύρω στα 3 1/2 χρόνια ή και νωρίτερα. Αυτό βέβαια προυποθέτει ότι έχουν, ήδη, υπάρξει σημαντικές ενδείξεις στη συμπεριφορά και ανάπτυξη του παιδιού τις οποίες οι γονείς έχουν ήδη αντιληφθεί και δέχονται ότι είναι καλό να βοηθηθούν από έναν ειδικό. Πολλές φορές μπορεί να ζητηθεί η συμβουλευτική γνώμη του Ειδικού Παιδαγωγού προκειμένου να βοηθήσει τους γονείς να αντιληφθούν αν υπάρχει ή όχι μία «διαφορετικότητα» ως προς το ρυθμό ανάπτυξης του παιδιού τους. Έτσι, λοιπόν μπορεί να συμβάλλει στην παραπομπή τους σε κάποια Δημόσια Διαγνωστική Υπηρεσία και να μην «χαθεί» πολύτιμος χρόνος. Σε παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες, δυσλεξία και ΔΕΠ-Υ, επίσης είναι σημαντικό να υπάρξει μία πρώιμη παρέμβαση έτσι ώστε το παιδί όταν θα φτάσει σε ένα στάδιο ψυχο-συναισθηματικής ωρίμανσης να μπορεί να υιοθετήσει τον κατάλληλο τρόπο-δηλαδή τον τρόπο που του ταιριάζει και τον βοηθά στη μάθηση. Ωστόσο, ακόμη και αν αργοπορήσει μία παρέμβαση, δεν είναι ανώφελο να ξεκινήσει γιατί ποτέ δεν είναι αργά. Ο Ειδικός Παιδαγωγός μπορεί να σχεδιάσει προγράμματα ακόμη και για εφήβους. Στις περιπτώσεις δε, ατόμων με νοητική καθυστέρηση και σοβαρές ή πολλαπλές αναπηρίες μπορεί να δουλέψει και με ενήλικες ιεραρχώντας τις προτεραιότητες. Επιπλέον, τα εκπαιδευτικά προγράμματα που σχεδιάζει ο Eιδικός Παιδαγωγός μπορούν να λειτουργήσουν προληπτικά. Πώς; Αξιοποιώντας δημιουργικά τις δυνατότητες του κάθε παιδιού (με ή χωρίς ειδικές ανάγκες) μέσα από παιγνιώδεις βιωματικές δραστηριότητες, βοηθώντας το παιδί να οργανώνει το χώρο και το χρόνο του ποιοτικά, συμβάλλοντας στην βελτίωση της αυτοεκτίμησης του.